Έθιμα των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων στην Ελλάδα
Ταξιδεύοντας σε διαφορετικές περιοχές στην Ελλάδα συναντάμε έθιμα που άντεξαν στο χρόνο και σηματοδοτούν το εορταστικό κλίμα του 12ημέρου. Καθώς βασίζονται στις προφορικές παραδόσεις και στη συλλογική μνήμη αποτελούν ένα σημαντικό κρίκο συνοχής και αλληλεγγύης στις τοπικές κοιινότητες.
Ας ξεκινήσουμε το ταξίδι...
Μακεδονία
Κόλιντα Μπάμπω: Είναι ιδιαίτερα προσφιλές έθιμο στις περιοχές της Πέλλας και της Ημαθίας. Η ονομασία του σημαίνει «σφάζουν γιαγιά» και σύμφωνα με αυτό οι κάτοικοι μιας περιοχής ανάβουν φωτιές και φωνάζουν «Κόλιντα Μπάμπω» για να μάθουν οι άνθρωποι για τη σφαγή του Ηρώδη και να προστατευτούν. Πρόκειται όμως, ουσιαστικά, για κάλαντα που ψάλλονται στις περισσότερες περιοχές της Μακεδονίας, άλλοτε από παιδιά, άλλοτε από νέους, άλλοτε από ηλικιωμένους που δέχονται για κέρασμα γλυκίσματα, μελομακάρονα, καρύδια και κρασί.
Μεταμφιέσεις: Λέγονται ραγκούτσια στη Χαλάστρα της Θεσσαλονίκης, ρουγκάτσια στην Ημαθία, ραγκουτσάρια στην Καστοριά, μπουμπουσάρια στη Σιάτιστα Κοζάνης, μωμόγεροι στο Κιλκίς και την Κοζάνη, κουδουνοφόροι στο Σοχό, αράπηδες και μπομπόγερα στη Δράμα.
Η παράδοση της Μακεδονίας για τα ραγκούτσια αναφέρει ότι επί τουρκοκρατίας οι τουρκικές αρχές αδυνατούσαν να αστυνομεύσουν τις περιοχές από τις επιθέσεις ληστών και για το λόγο αυτό ανέθεταν σε ομάδες Ελλήνων να προφυλάξουν τους κατοίκους. Έτσι, νέοι από χωριά της περιοχής γύριζαν τις μέρες του 12ήμερου τα χωριά, ντυμένοι με φουστανέλες, φέροντας σπαθιά και παίζοντας ζουρνάδες και νταούλια. Ο ρόλος τους ήταν να προστατεύουν τα χωριά και για το έργο αυτό εισέπρατταν ως αντίτιμο δώρα ή οτιδήποτε είχαν οι χωρικοί: κρασί, κρέας, καλαμπόκι και σιτάρι.
Μωμόγεροι: Το έθιμο προέρχεται από Πόντιους πρόσφυγες και η ονομασία του προέρχεται από τις λέξεις μίμος ή μώμος και γέρος. Οι πρωταγωνιστές του φορούν προβιές ζώων και μάσκες ενώ ιδιαίτερο είναι το ενδιαφέρον ενός δρώμενου όταν συναντώνται διαφορετικές ομάδες μωμόγερων που οφείλουν να αντιπαρατεθούν σε μια μάχη όπου θα κερδίσει ο καλύτερος και ο χαμένος θα δηλώσει υποταγή.
Θράκη
Το πρωί της παραμονής των Χριστουγέννων, κυρίως τα μικρά παιδιά με τους μπαμπάδες τους, ξεχύνονταν μέσα στα χωριά κρατώντας χοντρά και μακριά ξύλα τις γνωστές μας «τζουμάκες» ή «ζουπανίκες». Τα ξύλα αυτά δεν συμβόλιζαν μόνο τα ραβδιά των ποιμένων της Βίβλου, ήταν και τα προστατευτικά τους από τις επιθέσεις των σκυλιών. Με αυτές τις «ζουπανίκες» χτυπούσαν τις πόρτες των σπιτιών για να τους ανοίξουν.
Στο Πύθιο, χωριό της επαρχίας Διδυμοτείχου, τα μικρά παιδιά έβγαιναν στους δρόμους του χωριού, για να πουν τα «κόλιντα».
Λέγαν λοιπόν τα Πυθιωτάκια:«Κόλιντα μπάμπου,τσικ,τσικ,τσικ».
Στη Νέα Βύσσα, της επαρχίας Ορεστιάδας, τα μικρά παιδιά, κρατώντας το καθένα από μακριά βέργα, που στην άκρη κατέληγε σε θύσανο, την παραμονή των Χριστουγέννων, λέγανε το: «Κο,κο,κο-Μπι,μπι,μπι-Τικ,τικ,τικ-Κόλιντρα-Να τη φαν τα σκυλιά-Κι την αλιπούς-Πούφαγε μια πουλιά-Κι έναν κουτσοπέτεινου».
Στα χωριά των προσφύγων από την Ανατολική Θράκη τα αγόρια έλεγαν τα δικά τους «κόλιντα», σαν αυτό που λένε ακόμα στο Φυλακτό, χωριό του δήμου Σουφλίου στο νομού Έβρου: «Κόλιντα μπάμπου-Δος μας μια κλουρίτσα-Ας είνι σταρίσια-Ας είνι καλαμποκίσια-Κόλιντα μπάμπου».
«Μπάμπω»: Ήταν το πρώτο φαγητό που θα έτρωγε η οικογένεια μετά από τη νηστεία των 40 ημερών, μάλιστα το έβραζαν όλη τη νύχτα σε σιγανή φωτιά για να είναι έτοιμο όταν θα γύριζε η οικογένεια από την εκκλησία.
«Πουρπούρς»: Πρόκειται για προσφυγικό έθιμο που το έφεραν το 1922 οι «Σακπασιώτες» από τα εφτά απέναντι χωριά της Ανατολικής Θράκης, όταν μετεγκαταστάθηκαν στις καινούργιες τους πατρίδες στη Δυτική Θράκη. Ο «Πουρπούρης», φορούσε προβιά ή κάπα τσομπάνη μια μάσκα από νεροκολοκύθα και κουδούνια στη μέση, πήγαινε από σπίτι σε σπίτι, με τη συνοδεία νέων του χωριού και έλεγε τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια.
Στερεά Ελλάδα
Το αρραβώνιασμα της φωτιάς: Γίνεται ξημερώματα των Χριστουγέννων την ώρα που ο λαός την αποκαλεί «ανοιχτή ώρα». Η νοικοκυρά βάζει ένα μεγάλο ξύλο στο τζάκι και σύμφωνα με την παράδοση εκείνη την ώρα ό,τι ζητήσεις - βεβαίως θα πρέπει να αφορά τα παιδιά και όχι τους παντρεμένους - μπορεί να γίνει. Τα συγκεκριμένα έθιμα συναντώνται σε πάρα πολλά σημεία της Ρούμελης ιδιαίτερα όμως στη δυτική Φθιώτιδα και στην ορεινή Δωρίδα.
Το «τάισμα» της βρύσης: Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων, στα χωριά της Κεντρικής Ελλάδας, γίνεται το λεγόμενο «τάισμα» της βρύσης. Οι κοπέλες του χωριού, λίγες ώρες πριν ξημερώσει Χριστούγεννα, πηγαίνουν στις βρύσες του χωριού και τις αλείφουν με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Μ' αυτή την κίνηση παίρνουν από τη βρύση το «αμίλητο» νερό.
Για να έχουν καλή σοδειά έφερναν στη βρύση βούτυρο, τυρί, ή ψημένο σιτάρι ή κλαδί ελιάς, ή όσπρια και φρόντιζαν να φτάσουν εκεί όσο το δυνατόν νωρίτερα, γιατί, όπως έλεγαν, όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα στεκόταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο.
Επιστρέφοντας στο σπίτι, οι γυναίκες, έφερναν το καινούργιο νερό, αφού πρώτα είχαν αδειάσει από τα βαρέλια τους το παλιό. Η διαδικασία αυτή της μετάβασης και της επιστροφής στη βρύση, γίνεται σιωπηλά- για αυτό και ονομάστηκε αμίλητο νερό. Με το «αμίλητο» νερό οι γυναίκες ραντίζουν τα σπίτια τους, για ευρωστία και καλή τύχη.
Ήπειρος
Τα καρύδια: τα καρύδια είναι ένα παραδοσιακό ομαδικό παιγνίδι που παίζουν τα παιδιά στην Ήπειρο. Οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν ως εξής: Κάποιο παιδί χαράζει στο χώμα μια ευθεία γραμμή. Πάνω σ' αυτή, κάθε παίκτης βάζει κι από ένα καρύδι στη σειρά. Μετά, ο κάθε παίκτης με τη σειρά του και από κάθετη απόσταση ενός με δύο μέτρα από τη γραμμή των καρυδιών, σημαδεύει σκυφτός, και με το μεγαλύτερο και το πιο στρογγυλό καρύδι του, κάποιο άλλο καρύδι. Όποιο καρύδι πετύχει και το βγάλει έξω από τη γραμμή το κερδίζει και δοκιμάζει ξανά σημαδεύοντας κάποιο άλλο καρύδι. Αν αστοχήσει, συνεχίζει ο επόμενος παίκτης. Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να βγουν από τη γραμμή όλα τα καρύδια.
Πελοπόννησος
Το σπάσιμο του ροδιού: Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία και ο νοικοκύρης κρατάει στην τσέπη του ένα ρόδι, για να το λειτουργήσει. Γυρνώντας σπίτι, πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας – δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του – και έτσι να είναι ο πρώτος που θα μπει στο σπίτι, για να κάνει το καλό ποδαρικό, με το ρόδι στο χέρι.
Μπαίνοντας μέσα, με το δεξί, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα, το ρίχνει δηλαδή κάτω με δύναμη, για να σπάσει και να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει: «με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά».
Τα παιδιά μαζεμένα γύρω-γύρω κοιτάζουν οι ρώγες, αν είναι τραγανές και κατακόκκινες. Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος. Οι τηγανίδες ή τηγανίτες: Σε όλα τα σπίτια, παραμονές Χριστουγέννων θα έπλαθαν και θα έψηναν τις τηγανίδες, τα μανιάτικα λαλάγγια. Στο σοφρά ή σε κάποιο τραπέζι κοντά στην φωτογονία, η μητέρα και τα κορίτσια έπλαθαν το έτοιμο ζυμάρι σε χοντρό μακαρόνι, τις τηγανίδες, και το δίπλωναν τεχνικά στα τέσσερα
Κέρκυρα
Η Κέρκυρα, παραμονή των εορτών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, μεταμορφώνεται, φοράει τα καλά της και ντύνεται στα κόκκινα, με τα λαμπιόνια σε κάθε παραθυρόφυλλο να μοιάζουν σα πολύτιμα πετράδια στο φόρεμά της.
Τα κάλαντα: Σε κάθε Φιλαρμονική Εταιρεία από νωρίς το απόγευμα, από τις αρχές του Νοέμβρη γίνεται η προετοιμασία για τη μεγάλη μέρα. Την παραμονή των δύο εορτών Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς. πρέπει όλα να είναι τέλεια, καθώς από νωρίς το πρωί οι Φιλαρμονικές, θα πλημμυρίσουν την πόλη που θα γεμίσει χρώμα και μελωδία. Κάθε χρόνο είναι σαν ένα νέο ντεμπούτο μιας μεγάλης παράστασης.
Δωδεκάνησα
Στη Νίσυρο, το βράδυ των Χριστουγέννων ο ιερέας τελεί τρισάγιο και κατόπιν προσφέρει στους πιστούς «ευλογημένα» τα οποία μόλις έφταναν στο σπίτι, τα τοποθετούσαν στο γιορτινό τραπέζι και τα έτρωγαν πρώτα.
Στον Αρχάγγελο, στη Σάλακο και σε πολλά άλλα από τα χωριά της Ρόδου, το «Χριστόψωμο» είναι το πρόσφορο που πάνε στον παπά τα Χριστούγεννα. Το γιορτινό τραπέζι των Χριστουγέννων στρώνεται από το βράδυ της παραμονής. Στο κέντρο τοποθετείται το Χριστόψωμο και δίπλα το μέλι με πολλούς ξηρούς καρπούς.
Κύριο φαγητό στα περισσότερα νησιά της Δωδεκανήσου ήταν και σε γενικές γραμμές παραμένει, παράλληλα με τη γαλοπούλα τα τελευταία χρόνια, το χοιρινό κρέας. Σε αρκετά χωριά της Ρόδου, το σφάξιμο του χοίρου που μεγάλωναν οι οικογένειες γινόταν σε παρέες και με ειδική ιεροτελεστία. Από τα Χριστουγεννιάτικα φαγητά ήταν επίσης τα παραδοσιακά «γιαπράκια» (ντολμαδάκια) τα οποία δεν έλειπαν από το τραπέζι. Σε ό,τι αφορά τα γλυκά τόσο στη Ρόδο όσο και στα υπόλοιπα νησιά το χαρακτηριστικό είναι οι δίπλες, οι οποίες εξακολουθούν να κατασκευάζονται και σήμερα.
Κρήτη
Στη δυτική Κρήτη, η νηστεία του 40ήμερου τηρείται ευλαβικά, ενώ οι εκκλησίες και οι ναοί κατακλύζονται από πιστούς. Πιο παλιά το βραδύ της παραμονής των Χριστουγέννων έκοβαν κλαδιά και βλαστούς οι νοικοκυρές και τα πήγαιναν στο σπίτι. Τα έβαζαν σε ποτήρι με νερό και προσμονούσαν να ανθίσουν.Το προζύμι και το Χριστόψωμο είχαν ξεχωριστή θέση σε κάθε σπίτι, ενώ το «ανάθρεμμα» του χοίρου που σφάζονταν την παραμονή κυριαρχούσε στα περισσότερα χωριά. Την δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων από το κρέας του χοίρου παρασκεύαζαν λουκάνικα, απάκια, πηχτή, σύγκλινο, ομαθιές και τσιγαρίδες.
Τα έθιμα των Φώτων
Σε κάθε μεριά της Ελλάδας, αναβιώνουν, ήθη και έθιμα των Φώτων, μύθοι και παραδόσεις.
Την παραμονή....
Ο εορτασμός των Φώτων ξεκινά από την παραμονή με τον εκκλησιασμό των Χριστιανών. Στους Ορθόδοξους ιερούς ναούς ψάλλεται η ακολουθία των Μεγάλων Ωρών και στη συνέχεια λαμβάνεται ο Μεγάλος Αγιασμός. Αμέσως μετά, τα παιδιά ξεχύνονται στους δρόμους και ψάλλουν τα κάλαντα των Θεοφανίων. Ο ιερέας κάνει την πρωτάγιαση. Το αγιασμένο νερό του Ιορδάνη ραίνει το κάθε σπιτικό, καθώς ο παπάς με τον βασιλικό πηγαίνει από σπίτι σε σπίτι και ραντίζει τους πιστούς και τους χώρους.
Στη συνέχεια μαζεύεται η στάχτη από την φωτιά που έκαιγε στο τζάκι το Δωδεκαήμερο, η φωτιά δηλαδή που ξεκίνησε με το Χριστόξυλο. Η παράδοση υπαγορεύει η στάχτη αυτή να σκορπιστεί γύρω από το σπίτι, στους εξωτερικούς χώρους, στους στάβλους, ακόμη και στα χωράφια, διότι η στάχτη διώχνει το κακό.
Το βράδυ το δείπνο είναι νηστίσιμο, όπως και την παραμονή των Χριστουγέννων. Σύμφωνα με την παράδοση, κάθονται όλοι γύρω από το τραπέζι και ο πατέρας της οικογένειας θυμιατίζει για να φύγουν από το σπίτι τα δαιμόνια, ενώ ο νεότερος λέει την προσευχή πριν ξεκινήσουν το φαγητό.
Στην Κρήτη, παραμονή των Φώτων, φτιάχνουν «παλικάρια» ή «φωτοκόλλυβα». Πρόκειται για φαγητό φτιαγμένο από πολλά είδη σπόρων και οσπρίων, όπως κουκιά, ρεβίθια, φασόλια, φακή, καλαμπόκι, σιτάρι. Από αυτό το φαγητό οι χωρικοί έδιναν και στα ζώα τους, αλλά το σκόρπιζαν κιόλας σε διάφορα μέρη του σπιτιού.
Στον Πόντο, την παραμονή των Θεοφανείων κανένας δεν έβγαινε έξω από το σπίτι του. Ήταν μέρα που κάθε νοικοκυρά καθάριζε όλο το σπιτικό της, ζύμωνε και έφτιαχνε διάφορα γλυκίσματα και προπάντων κουλούρια.
Το βράδυ έπρεπε όλα τα μέλη της οικογένειας να λουστούν για να είναι καθαρά για τη επομένη. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έθιμα ήταν το μνημόσυνο των νεκρών. Πριν το βραδινό τραπέζι, σε ένα μεγάλο ταψί γεμάτο σιτάρι όλα τα μέλη της οικογένειας άναβαν κεριά «για τ’ αποθαμέντς», για πεθαμένους συγγενείς και φίλους, αναφέροντας το όνομα του καθενός ξεχωριστά. Μάλιστα, για να τιμούν οι νεότεροι το έθιμο, τους μάθαιναν τους στίχους: «Τα Φώτα θέλω το κερί μ’ και Των Ψυχών κοκκία (κόλυβα) και την Μεγάλ’ Παρασκευήν έναν μαντήλιν δάκρυα». Το τραπέζι παρέμενε όλο το βράδυ στρωμένο, για να «τρώγνε οι αποθαμέν», όπως έλεγαν, ενώ στο κέντρο του τοποθετούσαν μία φέτα ψωμί με τέσσερα κεριά αναμμένα σε σχήμα σταυρού.
Ανήμερα...
Ανήμερα των Φώτων, μετά την λειτουργία των Μεγάλων Ωρών, τελείται ο καθαγιασμός των υδάτων και η ρίψη του Τίμιου Σταυρού. Ο ιερέας ρίχνει το σταυρό μέσα στο νερό -σήμερα ο σταυρός είναι δεμένος πάνω σε σκοινί για να μη χαθεί-, και πιστοί βουτούν για να πιάσουν τον σταυρό, θεωρώντας ύψιστη τιμή, ευλογία και τύχη για όποιον τον βρει και τον πιάσει τον σταυρό. Σχεδόν σε όλα τα μέρη της Ελλάδος κατά τον καθαγιασμό των υδάτων αφήνουν ελεύθερα να πετάξουν τρία λευκά περιστέρια. Τα περιστέρια αυτά συμβολίζουν την Αγία Τριάδα, κατά την φανέρωση του Αγίου Πνεύματος -εν είδη περιστεράς- όταν ο Ιησούς βαφτιζόταν στον Ιορδάνη Ποταμό.
Ένα όμορφο έθιμο που στις μέρες μας έχει εξαλειφθεί είναι το «πλύσιμο των εικόνων». Οι πιστοί μετά την ρίψη του σταυρού έπαιρναν τις εικόνες που είχαν στο σπίτι τους και τις έπλεναν στη θάλασσα, στα ποτάμια ή στις λίμνες, διότι το νερό θεωρείται αγιασμένο.
Βιβλιογραφία:
Αικατερινίδης Γ., «Χριστός γεννάται…», Οι Δώδεκα Μήνες. Χειμώνας, Η Καθημερινή, Επτά ημέρες, Αθήνα 2002, σ. 30-33.
Κουκουλές Φ., Βυζαντινών βίος και πολιτισμός, τ. Α΄- ΣΤ΄, εν Αθήναις, 1951-1953.
Λουκάτος Δ. Σ., Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών, Εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 1997.
Κυριακίδου-Νέστορος Α.. Οι Δώδεκα μήνες. Τα λαογραφικά, Θεσσαλονίκη 1982.
Μέγας Γ.Α., Ελληνικαί εορταί και έθιμα λαϊκής λατρείας, Αθήνα 1957.
Ζητήματα Ελληνικής Λαογραφίας, Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας, Αθήναι 1975 (ανατύπωσις) [Ανάτυπον εκ της Επετηρίδος του Λαογραφικού Αρχείου, 1939, 1941-1942, 1942-1943-1945-1949].
Πολυμέρου-Καμηλάκη Αικ., «Χριστουγεννιάτικα Χοιροσφάγια», Οι Δώδεκα Μήνες. Χειμώνας, Η Καθημερινή, Επτά ημέρες, Αθήνα 2002, σ. 34-35.
Πηγές:
Εκπαιδευτικός φάκελος Μουσείου Μπενάκη, "Το Ελληνικό Δωδεκαήμερο"
http://news.pathfinder.gr/culture
Συλλογή, επιμέλεια: Αργυρώ Σκίτσα, φιλόλογος, μουσικοπαιδαγωγός